Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

Παρέμβαση στη δημόσια διαβούλευση για τον «εθνικό σχεδιασμό για την ενέργεια και το κλίμα»

Η παρέμβαση της Πρωτοβουλίας Αθήνας ενάντια στις εξορύξεις υδρογονανθράκων στη δημόσια διαβούλευση για τον «εθνικό σχεδιασμό για την ενέργεια και το κλίμα» 

Το παρόν σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια επιφανειακή οικονομική μελέτη για την προσαρμογή στις πολιτικές της ΕΕ αναφορικά με τις εκπομπές αερίων  του θερμοκηπίου και την επέλαση των ΒΑΠΕ (βιομηχανικής κλίμακας ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) στην αγορά ενέργειας.

 Ο προωθούμενος
«εθνικός σχεδιασμός ενέργειας και κλίματος» (ΕΣΕΚ) αποτελεί μια απόπειρα να δοθεί απάντηση σε δυο μεγάλες θεματικές: α. την προστασία του περιβάλλοντος β. την ανάπτυξη της αγοράς ενέργειας. Τα δυο αυτά ζητήματα δεν μπορούν να αναλυθούν και απαντηθούν ταυτόχρονα, παράλληλα, και συμπληρωματικά καθώς η ουσιαστική αντιμετώπιση του ενός αναπόφευκτα απαιτεί την ουσιαστική εγκατάλειψη του άλλου. Ο ΕΣΕΚ προσπαθεί να ξεπεράσει αυτή τη θεμελιακή αντίφαση μέσω της υπαγωγής του περιβάλλοντος στο ζήτημα της αγοράς ενέργειας. Με αυτό τον τρόπο, όχι μόνο υποτιμά και προτείνει ανεπαρκέστατες «λύσεις» για την προστασία του περιβάλλοντος αλλά διαστρεβλώνει πλήρως τι συνιστά περιβάλλον καθώς το προσεγγίζει από τη μόνη σκοπιά που μπορεί η αγορά να το προσεγγίσει: αυτή που όλα αποτελούν εμπορεύματα. Έτσι, για παράδειγμα, η ρύπανση στον ΕΣΕΚ μετατρέπεται σε ρύπους-εμπορεύματα.

Στο περιθώριο, στο κεφάλαιο 6, παράρτημα ΠΠ4 αναφέρεται στην ανάπτυξη των εγχώριων πηγών ενέργειας και καταλήγει στην πολιτική προτεραιότητα των νέων λιγνιτικών μονάδων καθώς και εξορύξεων πετρελαίων. Η τραγική αντίφαση του σχεδίου για την “πράσινη ενέργεια” και την βρώμικη “καβάτζα” των υδρογονανθράκων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ασφάλεια εφοδιασμού, όπως απλά αναφέρεται. Κρύβει πίσω της τα συμφέροντα των μεγάλων εταιρειών και του διεθνούς κεφαλαίου που εκτός των πολυάριθμων αγωγών φυσικού αερίου που θα διασχίζουν την χώρα, ευελπιστούν και στα υπερκέρδη των εξορύξεων.

Οπωσδήποτε η απανθρακοποίηση πρέπει να συνεχιστεί, ήδη στα χρόνια λειτουργίας των πολλών λιγνιτικών μονάδων έχει θρηνήσει η χώρα αρκετές ζωές, όπως τα παραδείγματα της Κοζάνης και της Φλώρινας που σημειώθηκε σημαντική επιδείνωση της δημόσιας υγείας.

Στο «πράσινο» αφήγημα που υφαίνει ο ΕΣΕΚ, η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων εισάγεται ως ξένο και άτοπο στοιχείο καθώς έρχεται σε πλήρη αντιπαράθεση με τους διακηρυγμένους στόχους περί μείωσης ρύπων, διείσδυσης ΑΠΕ κλπ. Σαφώς, η εισαγωγή τους γίνεται στα πλαίσια της προσπάθειας να «καλυφθούν» όλα τα εταιρικά συμφέροντα που δραστηριοποιούνται στον ελλαδικό χώρο. Παράλληλα, επιχειρείται να γίνει φιλολογικός διαχωρισμός του πετρελαίου και του φυσικού αερίου που θα το αντικαταστήσει ως πηγή ενέργειας και θα μειώσει την εξάρτηση απ’αυτό. Απορρίπτουμε τον ψευδή διαχωρισμό μεταξύ «καλών» και «κακών» υδρογονανθράκων και εναντιωνόμαστε σε κάθε έρευνα-εξόρυξη.

Το σχέδιο δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το περιβάλλον – βιωσιμότητα οικοσυστημάτων – ούτε καν για την δημόσια υγεία, τις επιπτώσεις στις τοπικές κοινωνίες όπου γίνονται οι εγκαταστάσεις, ενώ στοιχηματίζει στο φαντασιακό σενάριο της πλήρους διείσδυσης των ΒΑΠΕ χωρίς καν να αναφέρει τα μέχρι τώρα αποτελέσματα σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο που διαψεύδουν τις συγκεκριμένες προβλέψεις. Ηδη έχουν δημιουργηθεί εδώ και 10 χρόνια τοπικά κινήματα  για την συνεχόμενη υποβάθμιση / καταστροφή των οικοσυστημάτων στις περιοχές των αιολικών πάρκων, υπάρχουν δεκάδες προσφυγές στην δικαιοσύνη αλλά το ΕΣΕΚ τα αγνοεί.

Η σχετική ταύτιση της καταστροφής του περιβάλλοντος με την εκπομπή αέριων ρύπων καταλήγει να απενοχοποιεί διαδικασίες παραγωγής ενέργειας οι οποίες έχουν πολλαπλές αρνητικές επιδράσεις. Στο όνομα αυτής της ψευδούς ταύτισης και μέσω της εργαλειακής χρήσης της στοχοθεσίας για μείωση των εκπομπών προωθούνται μεγάλα έργα βιομηχανικών ΑΠΕ (ΒΑΠΕ) και χτίζεται ένα αφήγημα όπου η επέλαση των ΒΑΠΕ και η ραγδαία αύξηση του ποσοστού τους θα λειτουργήσουν ανασταλτικά στην κλιματική αλλαγή και περιβαλλοντική καταστροφή.

Οι στόχοι που θέτει ο ΕΣΕΚ ως το 2030 για την διείσδυση των ΑΠΕ στην παραγωγή-κατανάλωση ενέργειας κρίνονται ως προπαγανδιστικό σενάριο, το οποίο δεν μπορεί να επιτευχθεί ακόμη και σε οικονομίες με πολύ μεγαλύτερη ανάπτυξη αντίστοιχης δραστηριότητας. Η στοχοθεσία εδώ έρχεται να λειτουργήσει ως άλλοθι για ακόμη μεγαλύτερες επιδοτήσεις προς τις εταιρείες ΒΑΠΕ στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης».

Αυτό το σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα στην Ελλάδα, είναι ανεπαρκές. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί αξιόπιστη βάση για την διαχείριση της ενέργειας και του περιβάλλοντος στα επόμενα χρόνια ως το 2030 όπως αναφέρει στους στόχους του. Η εμφάνιση των στόχων του ΕΣΕΚ με γνώμονα το γενικό συμφέρον, υποκρύπτουν την κατεύθυνση στην οποία κινούνται: αυτή των εταιρικών και κρατικών συμφερόντων. Ενώ ο ΕΣΕΚ θέτει στόχο για μείωση της τελικής ζήτησης κατά 30% ως το 2030, ταυτόχρονα αναγνωρίζει πως η ζήτηση στη βιομηχανία θα αυξηθεί κατά 16% και επομένως η «αναγκαία μείωση στη ζήτηση» θα πρέπει να καλυφθεί από τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, για την οποία υπάρχει η παραδοχή πως εν έτει 2018 το 30% δε θα μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες θέρμανσης του. Αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα «καλών πρακτικών» σε καθημερινό επίπεδο απ’ όλους μας στα πλαίσια των πραγματικών μας αναγκών. Ωστόσο, ταυτόχρονα χρειάζεται να αντιμετωπιστεί ο κύριος υπεύθυνος για την ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση: η παγκόσμια λειτουργία της αγοράς και των ιδιωτικών και κρατικών συμφερόντων που υπερσυσσωρεύουν-υπερπαράγουν-υπερκαταναλώνουν στο εσωτερικό της.

Ένας σχεδιασμός για την διαχείριση της ενέργειας και του περιβάλλοντος -από εμάς, για εμάς- θα πρέπει να λάβει υπόψη τα εξής:

  • Προσδιορισμός πραγματικών αναγκών ενέργειας σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Όχι στην εμπορευματοποίηση στην ενέργειας.
  • Οικολογικό αποτύπωμα κάθε εγκατάστασης (συμβατικής ή ανανεώσιμης) – προτεραιότητα στην βιωσιμότητα του οικοσυστήματος (τοπική/εθνική κλίμακα).
  • Συνολικά οφέλη για τις κοινότητές μας και όχι το εγχώριο και διεθνές κεφάλαιο. Όχι στον σχεδιασμό διέλευσης “διεθνών” αγωγών  που εξυπηρετούν ιδιωτικά συμφέροντα.
  • Στήριξη των στόχων –ως κομμάτι της συνολικής προστασίας του περιβάλλοντος, και όχι μονομερώς– για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και της παγκόσμιας προειδοποίησης για το όριο του 1,5oC αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη.
  • Απανθρακοποίηση στο εκάστοτε μέγεθος ασφάλειας εφοδιασμού.
  • Καμία εξόρυξη υδρογονανθράκων στην χώρα.
  • Απεξάρτηση από τα υγρά και ορυκτά καύσιμα με σχεδιασμό και ανάπτυξη τεχνολογιών και κυρίως μεταφορών, φιλικών προς το περιβάλλον.


1.12.2018